Σελίδες

Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Τηλέφεια τραύματα κομματικά



   Πότε άραγε λέμε πως  το πολιτικό σκηνικό ''πνέει τα λοίσθια'';  Μάλλον όταν  κάθε πράξη ή παράλειψη (η οποία ισοδυναμεί με αρνητική ενέργεια) των φορέων του δεν υπακούει σε κανέναν κανόνα στοιχειώδους λογικής. Ούτε καν στη λογική του ενστίκτου αυτοσυντήρησης. Πολλώ δε μάλλον όταν ευρίσκεται σε ασυμβίβαστη θέση ως προς  την αρμονική ενότητα των πραγμάτων.
   Και μέσα σε αυτό το καθεστώς της κατάφωρης και συγχρόνως επαίσχυντης κοινωνικοπολιτικής κατάντιας, σε αυτό το άκρως ανθυγιεινό –για τον κοινό νου- περιβάλλον της  ιδεολογικής σηψαιμίας, ο εξευτελισμένος πλέον- από τους κομματανθρώπους- ελληνικός λαός βρίσκεται εν αναμονή της προσφυγής στις κάλπες. Ποιο όμως , έλλογο ον δύναται να αρθρώσει αποκρυσταλλωμένη πολιτική δήλωση βουλήσεως, υπό τον θρίαμβο της απόλυτης διασπάσεως, τόσο του κατακερματισμένου πολιτικού συστήματος, όσο και της ίδιας της κοινωνικής συνοχής; Αυτή λοιπόν η αδυναμία γνήσιας εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, αποτελεί μείζονος σημασίας πολιτικό ζήτημα. Ειδικότερα, όπως προκύπτει ευθέως από το άρθρο 52 του Συντάγματος, η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργών της Πολιτείας, που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση. Από την εν λόγω συνταγματική διάταξη, προκύπτει η αντικειμενικώς αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της εκλογικής διαδικασίας. Εν ολίγοις και συγχρόνως εν πολλοίς, η θεσμική κρίση και η διαφθορά του πολιτικού βίου, δημιουργώντας επιδερμικά κομματικά ιδεολογήματα και εκλογικεύοντας την παράνοια, οδηγούν στην υπονόμευση και τη νόθευση του λαϊκού αισθήματος περί τα πολιτικά πράγματα, κατά την ενάσκηση του εκλογικού του δικαιώματος. Δεν θα μπορούσαμε άλλωστε να παραγνωρίσουμε και τα προεκλογικά τεχνάσματα και τις δεσμεύσεις των κομματικών ταγών, οι οποίοι διαβεβαιώνοντάς μας ότι '' Λεφτά υπήρχαν'', διέπλασαν στα μέτρα τους την κοινωνική ψυχή, με αυτοσκοπό την καιροσκοπική κατάληψη του πρωθυπουργικού θώκου.
   Ο ελληνική κοινωνία υφιστάμενη πολιτικό έμφραγμα του μυοκαρδίου και ευρισκόμενη ante portas, του επικείμενου εκλογικού ''by-pass'', προτού λάβει την εκλογική της θέση, η οποία ένεκα της δυσμενούς κοινωνικής συγκυρίας μόνο ως ''κοινός τόπος'' δύναται να μετασχηματιστεί σε ενιαίο και καθολικό εκλογικό αποτέλεσμα, θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι τελικώς ''ο τρώσας δεν ιάσεται''… διότι πολύ απλά τα τηλέφεια τραύματα που έχει υποστεί –από τα αλλεπάλληλα κομματικά ραπίσματα- το κοινωνικό σύνολο, μπορούν να θεραπευτούν μόνον από τον δέκτη των κτυπημάτων αυτών, από την ίδιο δηλαδή τον ελληνικό λαό, και όχι από τον φυσικό αυτουργό τους. Έχουμε κουραστεί παρακολουθώντας τον κάθε λογής φάρας πολιτικάντη να αυτοθυσιάζεται, σε ρόλο Σίμωνος του Κυρηναίου, καμουφλάροντας τους φουσκωμένους τραπεζικούς του λογαριασμούς με τον χιτώνα της επιτέλεσης του υπουργικού λειτουργήματος. Άλλωστε, ο επαγγελματικός χαρακτήρας της ενασχόλησης με τα κοινά -ως γνήσιο θρέμμα του παρόντος πολιτεύματος, της κομματοκρατίας- δεν αφήνει κανένα περιθώριο αλλαγής, εξυγίανσης του πολιτικού βίου και παροχής ενός καθολικού εθνικού οράματος, ικανού να μας ανασύρει από την τελματωμένη κατάσταση, εντός της οποίας διαβιούμε.
   Δυστυχώς, ο κομματικός βίος και εξ αντανακλάσεως ο κομματάνθρωπος -εκ προοιμίου- είναι συμβιβασμένος με την απάτη. Το πολιτικό σκηνικό τοποθετείται στην εξής ιδιότυπη και ανασφαλή θέση… οφείλει να λάβει αποφάσεις, αλλά στο πλαίσιο μιας κρίσης αυτογνωσίας, αναγνωρίζει την υπαιτιότητά του και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αναστρέψει την εις βάρος του κατάσταση. Τροχοπεδείται δηλαδή, από την ενοχή των σφαλμάτων και των αθλιοτήτων του. Αυτό το κενό της πολιτικής τάξης, έχουμε την ηθική υποχρέωση  να το αναπληρώσουμε εμείς οι ίδιοι. Μόνο η κοινωνική πίεση είναι ικανή να σπρώξει το πολιτικό σύστημα στα όριά του και να το εξαναγκάσει να αντιμετωπίσει την ενοχή του. Με τον όρο βέβαια, κοινωνική πίεση, δεν αναφέρομαι σε άναρχης μορφής ενέργειες που μόνο μεγαλύτερης έντασης βλάβη είναι ικανές να προκαλέσουν, εις βάρος της κοινωνικής συνοχής, αλλά και του ίδιου του -έστω και κατ’ επίφαση- δημοκρατικού πολιτεύματος. Ως μορφή πίεσης, μπορεί να γίνει αποδεκτή κάθε ,υγιούς προσανατολισμού, κοινωνική αλληλεπίδραση, απουσία της χρήσεως βίας. Ας μην λησμονούμε άλλωστε, πως το πολιτικό γίγνεσθαι είναι το αντικατόπτρισμα του κοινωνικού βίου.
    Κατά συνέπεια, η ευθύνη των κομματικών ανθρωπαρίων, όσον αφορά την επαναδιαπραγμάτευση των θεσμικών πολιτειακών δομών, μετατοπίζεται βιαίως από το πεδίο της εφαρμοζόμενης πολιτικής υποκουλτούρας, προς τον κοινωνικό χώρο, με τη μορφή της συλλογικής υποχρέωσης των ίδιων των πολιτών. Ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδος, εμφανίζεται ως αναντίλεκτη αναγκαιότητα, η αποφασιστική συμμετοχή σύσσωμης της κοινωνίας, ως προς τη διαμόρφωση του κοινού μας μέλλοντος, διά της εκλογικής διαδικασίας. Οι επιλογές μας περιορισμένες… είτε πραγματοποιούμε ένα salto mortale, στο κενό της εθνικής μας κατάρρευσης, ή στεκόμαστε στα πόδια μας, πετώντας στον καιάδα της ιστορίας, ό,τι μας προσβάλλει ως άτομα, αλλά και ως έθνος. Για να μεταβεί όμως, η δεύτερη επιλογή από τη σφαίρα της φιλοσοφικής θεώρησης και σκέψης, στο χώρο του πολιτικού ρεαλισμού, καλούμαστε ως λαός, να υπερβούμε τον εαυτό μας και τις ιδιαιτερότητες που αυτός παρουσιάζει. Κύρια πρόκληση τη δεδομένη χρονική στιγμή, αποτελεί ο παραγκωνισμός του ψυχολογικού παιδισμού μας. Ο νεοέλληνας χαρακτηρίζεται από μια παθολογική ανωριμότητα, η οποία του στερεί τη δυνατότητα της ανάληψης προσωπικής ευθύνης. Δύσκολα παίρνουμε την ευθύνη ως άτομα, αλλά εύκολα ως σύνολο, γεγονός που αποδεικνύεται ιστορικά κατά τη διάρκεια της ελληνικής επαναστάσεως του 1821 και των βαλκανικών αγώνων του 1912-1913.
   Τώρα λοιπόν, οφείλουμε να νοηματοδοτήσουμε τις ζωές μας και να ξαναφτιάξουμε τον μύθο. Αυτό που μας ενώνει στις επικείμενες εκλογές είναι ότι μέσω της άσκησης του εκλογικού μας δικαιώματος, διεκδικούμε το εθνικό μας μέλλον, στο πλαίσιο μιας πολιτικής κουλτούρας παρελθόντος, που αναπόφευκτα καταρρέει μπροστά στις νέες προκλήσεις και τα σύγχρονα κοινωνικά αιτήματα.
    Η έλλογη ενάσκηση του εκλογικού μας δικαιώματος, μόνο απεκδυόμενη του ρεβανσιστικού της χαρακτήρα, έναντι των ανέντιμων κομματανθρώπων που μας αποστέρησαν το υπέρτατο ''αγαθό'' των πελατειακών σχέσεων, είναι ικανή να οδηγήσει στον κοινωνικό εξαγνισμό για τα αμαρτήματα που εμείς οι ίδιοι διαπράξαμε κατά το παρελθόν. Το ζητούμενο δεν είναι η -εκ μέρους του κοινωνικού συνόλου- μομφή κατά του αντι-κοινωνικού πολιτικού συστήματος, αλλά η προπαρασκευή των κατάλληλων και αναγκαίων –συγχρόνως- συνθηκών, οι οποίες θα επιφέρουν την επανεκκίνηση του Πολιτειακού-Θεσμικού μηχανισμού, από μια κοινωνιοκεντρική και όχι ατομεκεντρική αφετηρία.
    Οφείλουμε λοιπόν, δίχως την παραμικρή καθυστέρηση –τόσο χρονική, όσο και νοητική- να αντιμετωπίσουμε κατάματα τις ευθύνες που μας αναλογούν και κατόπιν τούτου να αποβάλλουμε το μικροκομματικό μας ''συμφέρον'', στο πλαίσιο των παλαιοκομματικών συνδρόμων. Γιατί πώς θα ανατρέψουμε τα πολιτικά κακέκτυπα, αν δεν εξεγερθούμε πρώτα κατά του ίδιου μας του εαυτού; Πώς θα οραματιστούμε το μέλλον αν παραμείνουμε υποτελείς στις αήθεις βουλές των κυβερνητικών επιταγών;  
   Σε αυτή λοιπόν την ιστορική συγκυρία, όπου το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο, ας διατηρήσουμε άθικτο -από τις αήθεις κυβερνητικές επιταγές- το μοναδικό διασωθέν στοιχείο της εθνικής μας ταυτότητας, την υπερηφάνεια. Είναι προδήλως βέλτιον άλλωστε, να στεκόμαστε όρθιοι με σπασμένο κεφάλι, από το να σερνόμαστε με την κοιλία για να γλυτώσουμε το κεφάλι μας.
   Και όπως ο αρχαίος έλληνας ακόμα και στους θεούς του προσευχόταν όρθιος, με το κεφάλι προς τα άνω, έτσι και ο νεοέλληνας δε θα εκθέσει τον εαυτό του, ως βορά στα κομματικά αρπακτικά.



 *Υστερόγραφον, από το έργο Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄ του Γεωργίου Σεφέρη: ''Κύριε, όχι με αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου''.

 Αλέξανδρος Χαρατσής
Φοιτητής Νομικής Δ.Π.Θ.